Εκτινάσσονται 40-60% τα κόστη των προγραμμάτων υγείας και σύνταξης
Αιτίες της ανόδου αυτής είναι οι πίνακες θνησιμότητας, η ισότητα των δύο φύλων και το επιτόκιο στην εγγυημένη σύνταξη
Αυξήσεις από 40% έως και 60% στα ασφαλιστικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, αλλά και στα προγράμματα υγείας, επιφυλάσσει η νέα χρονιά για όσους θελήσουν να συνάψουν ένα νέο συμβόλαιο. Η εκρηκτική άνοδος του κόστους των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, κάνει ακόμη πιο δύσκολη την πρόσβαση στην ιδιωτική ασφάλιση σε μια περίοδο, που οι παροχές του κοινωνικού συστήματος, μειώνονται διαρκώς και οι πολίτες αναζητούν λύσεις που θα τους εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο σύνταξης στο μέλλον.
Οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα δεν είναι αποτέλεσμα της πολιτικής των εταιρειών. Οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες και σε εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες λειτουργούν συνδυαστικά και οδηγούν σε ριζική αλλαγή των ασφαλιστικών προϊόντων που κυκλοφορούν σήμερα στη χώρα μας. Η πρώτη αλλαγή είναι η εφαρμογή της οδηγίας, που απαγορεύει τη διάκριση των φύλλων στην τιμολόγηση των ασφαλιστικών προϊόντων. Η απαγόρευση θεσμοθετήθηκε με κοινοτική οδηγία που εκδόθηκε μετά από προσφυγή βελγικής καταναλωτικής οργάνωσης στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τίθεται σε ισχύ από τις 21 Δεκεμβρίου.
Μια δεύτερη, αλλά επίσης πολύ σοβαρή αιτία για τις αυξήσεις, είναι η αναθεώρηση των πινάκων θνησιμότητας, που χρησιμοποιούν οι ασφαλιστικές εταιρείες στους υπολογισμούς τους. Οι πίνακες απεικονίζουν στατιστικά το προσδόκιμο όριο ζωής και τις πιθανότητες επιβίωσης ανά ηλικιακή κατηγορία και επικαιροποιήθηκαν πρόσφατα με πρωτοβουλία της Τράπεζας της Ελλάδος και με ισχύ από την αρχή του χρόνου. Έτσι με βάση τις σημερινές συνθήκες στον τομέα της μακροβιότητας, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο όριο ζωής σε σχέση με το παρελθόν.
Με βάση τη διάκριση των δύο φύλλων οι γυναίκες πλήρωναν μέχρι σήμερα ακριβότερα ασφάλιστρα για ένα συνταξιοδοτικό προϊόν σε σχέση με τους άνδρες. Αυτό γιατί στο βαθμό που ζουν περισσότερο, χρειάζονται περισσότερα χρήματα για να συγκεντρώσουν το απόθεμα που θα τους εξασφαλίσει τη σύνταξη που έχουν συμφωνήσει με την ασφαλιστική εταιρεία και η οποία θα πρέπει να τους καταβάλλεται για περισσότερα χρόνια σε σχέση με τους άνδρες. Η κατάργηση της διάκρισης θα περίμενε κανείς να οδηγήσει σε μείωση των τιμών στα ασφάλιστρα των γυναικών και αντίθετα σε άνοδο των ανδρών, αλλά αυτό δεν επαληθεύεται. Η αιτία είναι οι πίνακες θνησιμότητας, η εφαρμογή των οποίων ωθεί τα ασφάλιστρα και στις δύο κατηγορίες προς τα πάνω.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ένας άνδρας 40 ετών πλήρωνε μέχρι σήμερα 2.215 ευρώ το χρόνο, προκειμένου να εξασφαλίσει σύνταξη 500 ευρώ το μήνα στα 65 του χρόνια, με τα νέα τιμολόγια θα πληρώνει πλέον 3.475 ευρώ το χρόνο. Αντίστοιχα μια γυναίκα 30 ετών που πλήρωνε μέχρι σήμερα 1.560 ευρώ το χρόνο για να πάρει σύνταξη 500 ευρώ το μήνα στα 65 της χρόνια, με τα νέα τιμολόγια θα πληρώνει πλέον 2.280 ευρώ το χρόνο.
Η δραματική αύξηση των ασφαλίστρων που προκύπτει τόσο για τους άνδρες όσο και τις γυναίκες, επηρεάζεται και από ένα τρίτο παράγοντα. Πρόκειται για το επιτόκιο με βάση το οποίο υπολογίζεται η εγγυημένη σύνταξη και για την οποία δεσμεύεται η εταιρεία απέναντι στους ασφαλισμένους. Η κακή πορεία των αγορών, που έχει συμπιέσει τις αποδόσεις των επενδύσεων σε πολύ χαμηλά επίπεδα, υποχρεώνει το σύνολο των εταιρειών να προχωρήσουν παράλληλα και στην αναπροσαρμογή των επιτοκίων, βάσει των οποίων υπολογίζεται η σύνταξη.
Έτσι ακόμα και οι εταιρείες που υπόσχονταν μέχρι σήμερα το υψηλό επιτόκιο του 3,35% - είναι το ανώτατο επιτόκιο που επιτρέπει ο νόμος - προχωρούν πλέον στη μείωσή του στο επίπεδο του 2% ή ακόμα και χαμηλότερα σε ορισμένες περιπτώσεις. Η μείωση των επιτοκίων σημαίνει ότι πλέον απαιτούνται περισσότερα χρήματα, που θα πρέπει να καταβάλει ο ασφαλισμένος κατά τη διάρκεια της ασφάλισης, για να φτιάξει το ίδιο ποσό που θα λάβει στο τέλος ως σύνταξη ή ως εφάπαξ ποσό.
Η αλληλεπίδραση και των τριών παραγόντων, δηλαδή η κατάργηση της διάκρισης των φύλλων στην τιμολόγηση, οι νέοι πίνακες θνησιμότητας και η μείωση των επιτοκίων, οδηγούν μαθηματικά στην εκτόξευση των ασφαλίστρων στον ευαίσθητο τομέα της σύνταξης.
Πηγή: Insuranceworld.gr